Κυριακή τῶν Ἁγίων Πάντων
ὑπό τοῦ Πρωθιερέως π. Ἀντωνίου Γαβαλᾶ
ἐφημερίου Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίας Σκέπης Ἀστόριας Νέας Ὑόρκης
Εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός, καί τοῦ Υἱοῦ, καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Οἱ νόμοι τῆς ρητορικῆς καί οἱ κανόνες τῆς συγγραφικῆς μᾶς πληροφοροῦν πῶς γιά νά γράψουμε ἤ νά μιλήσουμε μέ ἐπιτυχία γιά ἕνα θέμα, θά πρέπει αὐτό τό θέμα νά εἶναι γιά ἐμᾶς κάτι οἰκεῖο· θά πρέπει νά εἶναι κάτι πού γνωρίζουμε σέ βάθος καί πού ἀποτελεῖ μέρος τῆς ζωῆς μας. Ἄν θέλουμε νά μιλήσουμε ἤ νά γράψουμε γιά κάτι πού μᾶς εἶναι ἄγνωστο, τότε εἶναι πολύ πιθανό πῶς θά ἀποτύχουμε. Νά πού φθάσαμε, λοιπόν, στήν Κυριακή τῶν Ἁγίων Πάντων. Φθάσαμε στήν ἡμέρα πού ἑορτάζουμε τήν ἁγιότητα στά πρόσωπα ὅλων ἐκείνων τῶν ἁγίων, ἐκείνων πού γνωρίζουμε καί ἐκείνων πού δέν γνωρίζουμε, οἱ ὁποίοι τώρα ἀναπαύονται εἰς χεῖρας Θεοῦ, σύμφωνα μέ τίς Ἁγίες Γραφές. Ἔτσι ἔχουμε ὑποχρέωση νά μιλήσουμε γιά τήν ἁγιότητα. Παρ' ὅλα αὐτά, οἱ ζωές μας βρίσκονται μακρυά ἀπό αὐτή τήν ἁγιότητα, γιά τήν ὁποία θά μιλήσουμε. Μολονότι ἐκείνη εἶναι ὁ λόγος καί ὁ σκοπός ὁλόκληρης τῆς ὑπάρξεώς μας· ὁ σκοπός τῆς γεννήσεώς μας σ' αὐτή τῆ γῆ εἶναι νά ἁγιοποιηθοῦμε. Θά μιλήσουμε, λοιπόν, γιά τήν ἁγιότητα, ὄχι ἀπό ἐμπειρία, ἀλλά σύμφωνα μέ ὅσα οἱ ἅγιοι Πατέρες μᾶς ἔχουν ἀποκαλύψει.
Ἡ λέξη «ἅγιος» περιέχει τήν ἔννοια τῆς ἀφιερώσεως στόν Θεό, τῆς ἀφοσιώσεως στόν Θεό. Ὅταν ἀφιερώνουμε ἕναν οἰκοδόμημα στόν Θεό, τό ἀποκαλοῦμε ἐκκλησία. Δέν εἶναι πλέον ἕνα κοινό κτήριο, ἀλλά ἔχει κάτι τό ξεχωριστό, καθώς εἶναι ἀφιερωμένο στόν Θεό. Ἕνα ποτήρι, τό ὁποῖο εἶναι ἀφιερωμένο στήν Θεία Λειτουργία καί στήν Μετάληψη τοῦ Τιμίου Σώματος καί τοῦ Τιμίου Αἵματος τοῦ Χριστοῦ, γιά τόν κόσμο δέν εἶναι πιά ἕνα ἁπλό ποτήρι, ἀλλά ἕνα ἅγιο δισκοπότηρο. Οἱ Ἅγιοι δέν ἦταν πλέον ἄνθρωποι κοινοί, ἀλλά λόγῳ τῆς ἀφοσιώσεώς τους στόν Θεό, ὀνομάστηκαν ἅγιοι. Στήν πραγματικότητα, στ΄α πρώτα χρόνια τῆς Ἐκκλησίας, ὅλα τα μέλη της ὁνομάζονταν ἅγιοι, λόγῳ τῆς βαθιᾶς καί διαρκοῦς αἴσθησής τους ὅτι εἶναι χριστιανοί. Βλέπουμε τόν Ἀπόστολο Παῦλο νά τούς ἀποκαλεῖ ἔτσι στίς ἐπιστολές του.
Αὐτή ἡ ἁγιότητα δέν εἶναι κάτι πού πραγματοποιῆται ἄμεσα, ἀλλά δυνητικά καί σέ αὐτή πρέπει νά στοχεύει κάθε χριστιανός. Πώς γινόμαστε ἅγιοι; Γινόμαστε ἅγιοι μέ τόν ἴδιο τρόπο μέ τόν ὁποῖον ἕνα κομμάτι μάρμαρο γίνεται ἄγαλμα. Ὁ γλύπτης παίρνει ἕνα κομμάτι μάρμαρο καί τό διαμορφώνει, ἀνάλογα μέ τό ταλέντο του, τήν ἰκανότητά του, τήν ἔμπνευσή του. Ἐπεξεργάζεται ἕνα ἁπλό κομμάτι μάρμαρο, πού δέν ὁμοιάζει καθόλου μέ ἄνθρωπο καί τό μετατρέπει σέ ἄγαλμα ἀνθρώπινο. Μετατρέπει ἕνα ἁπλό ἀντικείμενο σέ ἕνα ἀνθρώπινο ὄν.
Ἔτσι γίνεται καί μέ μᾶς, ἀνάλογα μέ τόν τρόπο ζωῆς πού κάνουμε. Πρέπει νά ἀνυψωθοῦμε, νά ἀπορρίψουμε καί νά ἀποβάλλουμε ἀπό μέσα μας κάθε τι πού δέν εἶναι ἅγιο, κάθε τι πού δέν εἶναι τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, κάθε τι πού δέν εἶναι ἐνάρετο. Μέ τήν προσευχή, τήν νηστεία, τήν ζωή μέσα στήν Ἐκκλησία, δηλαδή τήν ἐν Χριστῷ ζωή, ἀποκτοῦμε ὅλα ἐκείνα τά μέσα μέ τά ὁποία μποροῦμε νά ἀπορρίψουμε, νά ἐξαλείψουμε καί νά ἀπαλλαχθοῦμε ἀπ' ὅλα ὅσα εἶναι ἀντίθετα στό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ὥστε, στό τέλος, ἔχοντας ἤδη τό κατ' εἰκόνα Θεοῦ, νά μπορέσουμε νά φθάσουμε στό καθ' ὁμοίωσιν. Διότι, ἄν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι δημιουργοῦνται κατ' εἰκόνα Θεοῦ, μόνο οἱ ἅγιοι μποροῦν νά φθάσουν στό καθ' ὁμοίωσιν. Εἰκόνα καί ὁμοίωση δέν εἶναι τό ἴδιο στήν γλῶσσα τῶν ἁγίων Γραφῶν. Καί οἱ δύο ὅμως ἔννοιες δείχνουν ἀπό τή μία μεριά αὐτό πού ἔχει δοθεῖ ἀπό κοινοῦ σέ ὅλο τό ἀνθρώπινο γένος καί ἀπό τήν ἄλλη μεριά, τό πού φθάνουμε μέ τήν σωστή χρήση τῆς ἐλευθερίας μας καί μέ τήν συνεργεία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ὅλα αὐτά γίνονται ὅταν βρισκόμαστε στίς ἀγκάλες τῆς Ἐκκλησίας. Διότι, ἐντός τῆς Ἐκκλησίας ὁ Σωτῆρας μας Ἰησοῦς Χριστός μᾶς παρέδωσε τά Ἅγια Μυστήρια, στά ὁποία ὁφείλουμε νά συμμετέχουμε προκειμένου νά βοηθηθοῦμε στήν ἐξάλειψη ἀπό τή ζωή μας ὅλων ἐκείνων τῶν πραγμάτων πού δέν εἶναι κατά Θεόν. Ὁ στόχος τοῦ καθενός μας εἶναι νά γίνουμε Ἅγιοι. Διότι, ἄν δέν βρισκόμαστε ἐδώ στόν Ναό μέ μοναδικό σκοπό νά φθάσουμε στήν ἁγιότητα, τότε θά ἦταν πολύ καλύτερα νά βρισκόμασταν στό σπίτι καί νά κοιμόμασταν ἤ νά πίναμε τόν καφέ μας διαβάζοντας τήν ἐφημερίδα μας, παρά νά βγαίναμε, μέ τίς δυσκολίες πού ἔχει ἕνα βροχερό κυριακάτικο πρωϊνό, μέ τά παιδιά μας, προκειμένου νά ἔρθουμε στήν ἐκκλησία.
Πρέπει νά καταλάβουμε πῶς το θέμα τῆς ἁγιότητος δέν εἶναι κάτι τό δύσκολο. Δέν εἶναι κάτι στό ὁποῖο ὁ Θεός μᾶς μάχεται. Αὐτό εἶναι τό θέλημά Του· θέλει νά φθάσουμε στήν ἁγιότητα. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος μᾶς λέγει: «Τό θέλημα τοῦ Θεοῦ εἶναι νά φθάσετε στήν ἁγιότητα». Ἀκόμα καί ἀπό τό στόμα τοῦ ἴδιου τοῦ Σωτῆρος μας ἀκούσαμε πῶς ὁ Θεός θέλει ὅλοι οἱ ἄνθρωποι νά σωθοῦν καί νά φθάσουν στήν ἐπίγνωση τῆς ἀληθείας.
Ποιό, λοιπόν, εἶναι τό ἐμπόδιο στόν προορισμό μου πρός τόν Χριστό; Τί ἐναντιώνεται στό νά γίνω ὅπως ὁ Ἰησοῦς Χριστός; Τί μέ ἐμποδίζει νά γίνω Ἅγιος; Μονάχα ὁ ἑαυτός μου. Διότι, ἐάν ὁ Θεός θέλει, ἐάν οἱ Ἅγιοι θέλουν καί ἐάν αὐτός εἶναι ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖον δημιουργηθήκαμε, πώς εἶναι δυνατόν νά μήν ἐπιτύχουμε ἐάν πραγματικά προσπαθήσουμε;
Ἔτσι, λοιπόν, τούτη τήν ἡμέρα τῶν Ἁγίων Πάντων, ἄς ἀνανεώσουμε μέσα μας, γία ἀκόμη μία φορά, τίς ὑποσχέσεις πού δώσαμε στό Ἅγιο Βάπτισμά μας, ὅτι ἀποτασσόμαστε κάθε τι διαβολικό καί ὅτι συντασσόμαστε μέ τούς στρατιώτες τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Διότι, σ' αὐτή τή μάχη ἔχουμε ὡς βοηθό καί προστάτη μας τήν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ἐάν μαχόμαστε ἔντιμα, δέν πρόκειται νά χάσουμε. Τό θέλημα τοῦ Θεοῦ εἶναι νά φθάσουμε στήν ἁγιότητα μέσῳ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Σωτῆρος μας, ὦ, ἡ δόξα καί τό κράτος εἰς τούς αἰῶνας. Ἀμήν.
(Κήρυγμα ἐκφωνηθέν τήν Κυριακή τῶν Ἁγίων Πάντων ἔτους 2004)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου