Επανερχόμαστε με όλες τις Ειδήσεις και τα Νέα της Ιεράς Συνόδου μας. Ευχαριστούμε που είστε μαζί μας!!

Στη μουσική μας ακούτε ένα μεγάλο αφιέρωμα στον προ έτους κοιμηθέντα αείμνηστο Μέγα Δάσκαλό μας, ρέκτη και πρωτεργάτη της ρωμέϊκης μουσικής παράδοσης Λυκούργο Αγγελόπουλο, τον αληθώς Μαΐστορα της Ψαλτικής Τέχνης!!!



Πέμπτη 29 Μαΐου 2008

Ονομαστήρια Γέροντος Μητροπολίτου Αργολίδος

Χθες, 15η Μαϊου με το πάτριο εορτολόγιο, ημέρα κατά την οποία η Εκκλησία μας εορτάζει την μνήμη του οσίου Παχωμίου του Μεγάλου ήγεν τα Ονομαστήριά του ο πολιός Γέρων Επίσκοπος της Εκκλησίας μας και Αντιπρόεδρος της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας, Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Αργολίδος κ. ΠΑΧΩΜΙΟΣ.

Ο Σεβασμιώτατος προεξήρχεν Αρχιερατικού Συλλειτούργου εις το μεγαλοπρεπές Καθολικόν της Γυναικείας Ιεράς Μονής Αγίας Τριάδος Εξαμιλίων Κορινθίας, συμπαραστατούμενος υπό των Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτών Περιστερίου κ. Γαλακτίωνος και Θηβών & Λεβαδείας κ. Ανδρέου. Συλλειτούργησαν ο Αρχιγραμματεύς της Ιεράς Συνόδου Αιδ/τος Πρωτοπρεσβύτερος κ. Δημήτριος Τσαρκατζόγλου, οι Ιερομόναχοι π. Ευστάθιος Τουρλής, π. Παντελεήμων Τσαλάγκας και π. Φίλιππος Σελητσανιώτης και ο Ιεροδιάκονος π. Αγάθων Αγιαποστολίτης.

Τον Θείο Λόγο εκήρυξε ο π. Ευστάθιος Τουρλής, Θεολόγος-Νομικός, ενώ κατά την Απόλυσιν τον εορτάζοντα Ιεράρχη προσεφώνησε ο Σεβ. Περιστερίου, εκ μέρους της Ιεράς Συνόδου. Ο Χορός των μοναζουσών έψαλλε τον Πολυχρονισμο στον Σεβ. Παχώμιο και ακολούθησε Γεύμα στην μεγάλη Τραπεζαρία της Μονής απέναντι του Καθολικού.

Ευχόμεθα κι εμείς στον εορτάσαντα Ιεράρχη Γέροντα Παχώμιον, υγείαν, δύναμιν πνευματικήν και υπομονήν δια την συνέχισιν του αθορύβου πλήν θεοφιλούς έργου του προς δόξαν Θεού και επ' αγαθώ της χειμαζομένης Εκκλησίας Του.

Τρίτη 27 Μαΐου 2008

ΜΑΤΘΑΙΟΣ, Α΄ Αρχιεπίσκοπος των Γ.Ο.Χ.


Αγαπητοί μας Bloggers,

Η 14 Μαϊου είναι μία ξεχωριστή μέρα για τους πιστούς του Πατρίου Εορτολογίου. Είναι η ημέρα κατά την οποία αναπαύτηκε εν Κυρίω μια μεγάλη φυσιογνωμία του ιερού Αγώνος της Εκκλησίας, ο αοίδιμος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κυρός ΜΑΤΘΑΙΟΣ. Ήταν εκείνος που δεν ελύγισε ποτέ στα κακόδοξα φρονήματα της Κρατούσης τότε και σήμερα Εκκλησίας, αλλά έμεινε πιστός και ασυμβίβαστος μαχητής και Ομολογητής της Ορθοδοξίας μέχρι τέλους.
Ενταύθα παραθέτομεν το Ανακοινωθέν της Ιεράς Συνόδου της εκλεξάσης εις Επίσκοπον Βρεσθένης τον Αγιορείτην π. Ματθαίον. Για όλους εμάς, Κλήρον και Λαόν, είναι πολλαπλώς ωφέλιμο το μνημόσυνον τοιούτων μεγάλων πνευματικών μορφών, οίτινες ελάλησαν ημίν τόν λόγον του Θεού, και ων αναθεωρούντες την έκβασιν της αναστροφής, κατά τον Απ. Παύλον, πρέπει να μιμούμεθα την Πίστιν τους. Ας πρεσβεύει για όλους εμάς ο αοίδιμος Αρχιεπίσκοπος Ματθαίος και του υποσχόμεθα πως θα μείνουμε στέρεοι και ακλόνητοι στην Πίστη των Πατέρων μας, που πρώτος εκείνος έργοις και λόγοις, μάς εδίδαξε και ακολούθησε.

ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ

"Την επιούσαν (ημέραν Παρασκευήν 25.5.1935 Ο.Η.) συνελθούσα η Ιερά Σύνοδος υπό την προεδρείαν του Σεβασμιωτάτου Δημητριάδος Γερμανού και λαβούσα υπ' όψιν τας πολυτιμωτάτας υπηρεσίας, ας προσήνεγκε και προσφέρει υπέρ του ιερού αγώνος, ον διεξάγομεν προς αναστήλωσιν της Ορθοδοξίας και ειρήνευσιν της Εκκλησίας ο Πανοσιολογιώτατος Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Κερατέας Ιερομόναχος Ματθαίος Καρμπαθάκης, απόφοιτος της Θεολογικής Σχολής του Σταυρού, και επιθυμούσα αφ' ενός μεν να αμείψη τας πολυτίμους αυτού υπηρεσίας, και αφ' ετέρου να ενθαρρύνη και να ενισχύη περισσότερον αυτόν εις τον Ορθόδοξον αγώνα, παμψηφεί εψήφισεν αυτόν και κανονικώς εχειροτόνησεν Επίσκοπον της πάλαι ποτέ διαλαμψάσης Επισκοπής Βρεσθένης.

+ Ο Δημητριάδος Γερμανός
+ Ο πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομος
+ Ο Ζακύνθου Χρυσόστομος".

Δευτέρα 26 Μαΐου 2008

Ένας Φάρος έσβησε... το Μέγα Σάββατο του 2005

Ήταν απόγευμα του Μεγάλου Σαββάτου του έτους 2005. Και ενώ όλοι οι πιστοί ετοιμάζονταν να υπο­δε­χ­­τούν στις καρδιές των τον Ανα­στάντα Κύριον, ένας φάρος σβήνει! Είναι ο Πανιερώ­τα­τος Μητρο­­πολίτης Κιτίου (Κύπρου) κ. Επιφά­νιος! Ώρα 17:00! Ο Σεβασμιώτατος Επιφάνιος, ύστε­ρα από πολυχρόνια ασθένεια που τον καθή­λωσε στο κρεββάτι για περισσότερα από δέκα χρόνια, παραδίδει τήν μακαρίαν ψυχήν του εις χείρας Θεού. Η είδησις μεταδίδεται αμέσως στά πέρατα της οικουμένης! Η Αδελφή Ορθό­δο­ξος Εκκλησία της Κύπρου πεν­θεί! Πενθεί και οδύ­ρε­ται για τον χαμό του αξίου και διακριτικού οια­κο­­στρόφου της, που οδήγησε το σκάφος της Κύ­πριδος Εκκλη­σίας, μέσα από ουκ ολίγες τρικυμ­μίες και φουρ­τούνες, εις ευδίους λιμένας. Ήταν η μέρα που ο Κύριος κατέβηκε στόν Άδη για να παραλάβη τις ψυχές των απ' αιώνος κε­κοιμη­μέ­νων. Την ίδια μέρα ο Σωτήρας Κύριος διάλεξε να πάρη μαζί του και την ψυχήν του φίλου του Επι­σκό­που Επι­φα­νίου για να την αναστήση στο αιώνιο Πάσχα. Η ψυχή του φτερού­γισε στα ουράνια αφήνοντας πίσω του ένα δυσα­να­πλή­ρωτο κενό. Ευχόμεθα ο άξιος διάδοχος αυτού, Πανιερώτατος Μητροπολίτης Κιτίου Σεβαστιανός, να βαδίζει επί τοις ίχνεσιν εκείνου και να οιακοστροφεί το σκάφος της Κυπριακής Εκκλησίας σύμφωνα με τις νουθεσίες του μακαριστού Μητροπολίτου Επιφανίου.

Ποῖος ὁ μεταστάς Ἐπίσκοπος;

μεταστάς Ἐπίσκοπος Ἐπιφάνιος (κατά κόσμον Παναγιώτης Παναγιώτου) ἐγεννήθη τήν 19ην Σεπτεμβρίου 1920 εἰς τήν Ἀραδίππου Λάρ­νακος ἀπό εὐσεβεῖς γονεῖς τόν Στυλιανόν καί τήν Ἐλένην, ἄκρως πτωχῶν καί μή δυναμένων νά τοῦ ἐξασφαλίσουν μίαν ἀρτίαν κατά κόσμον ἐγκυκλοπαιδικήν παιδείαν.

νέκαθεν εὐλαβής καί ἐπιζητῶν τήν ἐπαφήν εὐλαβῶν πεπειραμένων ἀνθρώπων δυναμένων νά στηρίξουν αὐτόν εἰς τήν ὁδόν τοῦ Κυρίου, ἤδη ἀπό ἡλικίας τῶν δεκαέξι ἐτῶν αἰσθάνεται τήν καρδίαν του τετρωμένην ὑπό θείου ἔρωτος. Τό 1938 δεκαοκταετής πλέον ἐντάσσεται εἰς τήν Ἱεράν Μονήν Σταυροβουνίου ὡς δόκιμος μονα­χός. Ἐκεῖ ὑπό τήν ἐπίβλεψη τῶν πνευματικῶν του πατέρων Κυπρια­νοῦ καί Νικάνδρου, ἔμαθε τάς βασικάς ἀρχάς τοῦ ὀρθο­δό­ξου Μοναχισμοῦ.

ταν ὁ νεαρός δόκιμος Ἐπιφά­νιος ἀντελήφθη τό θέμα τῆς ἀλλα­γῆς τοῦ ἑορτολογίου, καίτοι ὑπερ­η­γάπα τούς πνευματι­κούς του, ἠναγκά­σθη νά διακόψη τήν μετ' αὐτῶν κοι­­νωνίαν ἐν τῇ προ­­σευχῇ καί νά παρακολουθῇ τάς ἀκολου­θίας μετ' ἄλλων ὁλίγων μο­ναχῶν καί δοκί­μων, κατά τό πά­τριον ὀρθόδοξον ἑορτολόγιον. Πλήν ἔκαμε τοῦτο μέ πόνον ψυχῆς καί οὐδέποτε ἐχρησιμο­ποίησε τοῦτο διά νά δικαιολογήση οἱανδήποτε ἀπείθειαν πρός τούς προεστώτας του. Τουναν­τίον, κατά τάς ἀργίας πού ἐπροβλέποντο κατά τό πάτριον, ἐκεῖνος ἠργάζετο μετά τῶν λοιπῶν ἀδελφῶν διά νά μή θέση σκάνδαλον καί δη­μιουργήση ὑποψίαν φυγοπονίας.

πό πρόσφυγας πού ἦλθον ἐξ Ἑλλάδος, ἕνεκα τοῦ πολέμου, ἐπληροφορῇ ὅτι ὑπῆρχαν καί ἄλλοι "Παλαιοημερολογῖται" ἐν Ἑλλάδι με ἕξι Ἀρχιερεῖς ἐπικεφαλῆς τῶν, ἀγωνιζόμενοι τόν καλόν Ἀγῶνα. Ἤρχισαν μετ' αὐτῶν ἀλληλογρα­φίαν καί ἐζήτησαν ἀπό τόν μακαρίας μνήμης τότε ἐπίσκοπον Βρεσθένης Ματθαῖον πνευμα­τι­κήν βοήθειαν.

πεσκέφθη τήν Ἑλλάδα καί παρέμεινε ἐπί τεσσα­ράκοντα ἡμέρας εἰς τήν Ἀνδρώαν Ἱεράν Μο­νήν Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος Κουβαρᾶ. Ὁ Βρε­σθέ­νης Ματθαῖος προέβη στήν κουράν τοῦ Σεβα­σμιωτάτου ὡς ρασοφόρου τήν 20ην ‘Ιου­λίου 1946 καί μετ’ ὁλίγας ἡμέρας, τήν 15ην Αὐγούστου ἠξίω­σεν αὐτόν τοῦ Ἀγγελικοῦ σχή­ματος μετονο­μάσας αὐτόν εἰς Ἐπιφάνιον. Στήν συνέχεια ἐπέ­στρε­ψε στήν Κύπρο ὁ Μοναχός πλέον Ἐπιφάνιος μέ τήν ἔφεσιν ὅπως ἐγείρη Μοναστήρι στό ὄνομα καί πρός τιμήν τῆς Μετα­μορ­φώσεως τοῦ Σωτῆρος.

νῶ εὑρίσκετο στήν Ἑλλάδα τόν Σεπτέμβριο τοῦ ἔτους 1955 ἐχειροτονήθη Διάκονος καί Πρε­σβύτερος τόν Ὀκτώβριο τοῦ ἰδίου ἔτους ὑπό τοῦ Μητροπολίτου Κορινθίας Καλλί­στου εἰς τήν Ἱεράν Μονήν Ἁγίων Ταξιαρχῶν Ἀθικίων Κοριν­θίας. Ἐν συνεχείᾳ τόν Νοέμβριο προεχειρίσθη εἰς Ἀρχιμανδρίτην καί ἐντολῇ τῆς Ἱερᾶς Συνό­δου ἀνέλαβε καθήκοντα Ἀρχιερατικοῦ Ἑπιτρό­που εἰς τήν Κύπρο.

Τέλος, εὑρισκόμενος δι' ἄλλην μίαν φοράν στήν Ἑλλάδα, ἡ Ἱερά Σύνοδος, χωρίς νά τοῦ δώσῃ οὐδεμίαν δυνατότητα ἐπιλογῆς, τοῦ ἀνακοίνωσε ὅτι τόν ἐψήφισαν Ἐπίσκοπον Κύπρου. Παρά τήν διαμαρτυρίαν του ἡ εἰς ἐπίσκοπον χειροτο­νίαν του ἔλαβεν χώραν τήν 23ην Ὀκτωβρίου 1956 εἰς τήν Ἱεράν Μονήν Ἁγίων Ταξιαρχῶν Ἀθι­κίων Κορινθίας ὑπό τοῦ Μακ. Ἀρχιεπι­σκό­που πρώην Ἀθηνῶν κ. Ἀνδρέου καί τῶν Μητρο­πο­λιτῶν Τρίκκης καί Σταγῶν Βησσαρίωνος καί Κορινθίας Καλλίστου. Ἀπό τότε πέρασαν 48 συναπτά ἔτη, ἔτη ἀγώνων, πόνων, φροντίδων, ἀπαγοητεύσεων, ἀλλά καί μέ ὁλίγας στιγμάς ἠθι­κῆς καί πνευματικῆς ἱκανοποιήσεως.

Σεβασμιώτατος διετέλεσε Τοποτηρητής καί θεμελιωτῆς τῶν Ἑνοριῶν τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπι­σκοπῆς Γ.Ο.Χ. Αὐστραλίας, τῆς Ἀγγλίας καί τῶν Ἑνοριῶν τῆς Ἁφρικανικῆς γῆς. Χειροτόνησε Ἱερεῖς καί ἐγκαινίασε πολλούς Ναούς στήν Κύπρο.

Ἡ Κηδεία καί ἡ Ταφή.

Tήν Δευτέρα τῆς Διακαινησίμου καί περί ὥραν 12ην μεσημβρινήν ἐψάλη ἡ νεκρώ­σιμος Ἀκολουθία εἰς τήν Ἱεράν Μονήν Μετα­μορφώ­σεως τοῦ Σωτῆρος Ἀβδελλερό Λάρνακος, προεξάρχοντος τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκό­που Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ. Νικολάου συμπαραστατουμένου ὑπό τοῦ Σεβ. Μητροπο­λίτου Θηβῶν καί Λεβαδείας κ. Ἀνδρέου καί τῶν Ἱερέων: π. Δημητρίου Τσαρκατζόγλου, π. Παντε­λεήμονος Ντέσκα, π. Σεβαστιανοῦ Σταύρου, π. Γρηγορίου Τάκη, π. Μιχαήλ Ἰωάννου, π. Κυρια­κοῦ Ζήνωνος, π. Ἀγαθοκλῆ Παπαδοπούλου, π. Εὐσταθίου Τουρλῆ, π. Σωτηρίου Χατζημιχαήλ καί τοῦ ἱεροδιακόνου π. Ἰερεμίου Μελετίου. Ἡ σορός τοῦ μεταστάντος ἐτάφη εἰς τήν Ἱεράν Μονήν Μεταμορφώσεως.


Ἡ Φήμη τοῦ Ἐπισκόπου



πιφανίου τοῦ Πανιερωτάτου καί Θεοπρο­βλήτου Μητροπολίτου τῆς Ἁγιωτάτης Μητροπό­λεως Κιτιέων καί Προέδρου Ἀμαθοῦντος, Νέας Πόλεως, Λεμεσοῦ καί Κουρίου καί Ἐξάρχου πάσης Κύπρου, ἡμῶν δέ Πατρός καί Ποιμενάρ­χου, Αἰωνία ἡ μνήμη!

Πέμπτη 22 Μαΐου 2008

Ο Οσιομάρτυρας Νικόλαος ο εν Βουνένοις

Ἅγιος Ὁσιομάρτυρας Νικόλαος ὁ Νέος γεννήθηκε πιθανῶς στὴ γῆ τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία διακρινόταν γιὰ τὴν θερμὴ πίστη, τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὴν εὐσέβειά του. Ἡ ἀρετὴ καὶ ἡ ἀνδρεία τοῦ Νικολάου δὲν μποροῦσαν νὰ κρυφθοῦν. Ἡ φήμη του ξεπέρασε γρήγορα τὰ στενὰ ὅρια τῆς πατρίδος του καὶ ἁπλώθηκε μέχρι καὶ αὐτὴ τὴν Βασιλεύουσα, τὴν Κωνσταντινούπολη. Ὁ τότε αὐτοκράτορας Λέων ὁ ΣΤ’ ὁ Σοφὸς (886-912 μ.Χ.) ζήτησε καὶ γνώρισε τὸ Νικόλαο. Ἐκτίμησε ἀμέσως, μὲ τὴν πρώτη ἐπαφὴ μαζί του, τὰ σωματικὰ καὶ ψυχικά του χαρίσματα καὶ τὸν διόρισε ἀρχηγὸ τοῦ αὐτοκρατορικοῦ ἀποσπάσματος τῆς Λαρίσης, ποὺ εἶχε ὡς σκοπὸ νὰ φρουρεῖ καὶ νὰ ὑπερασπίζεται τὴν πόλη αὐτὴ τῆς Θεσσαλίας.

Ἀνέλαβε τὰ καθήκοντά του μὲ ζῆλο. Τὸ πέρασμα τοῦ χρόνου αὔξανε τὴν πνευματικότητα τοῦ Νικολάου καὶ τὴν ἀγάπη τῶν στρατιωτῶν καὶ τοῦ λαοῦ στὸ πρόσωπό του.

Ὅταν οἱ Ἄβαροι ἔφθασαν μέχρι τὴ Θεσσαλία, ἔκαναν βαρβαρικὴ ἐπιδρομὴ καὶ σκορποῦσαν παντοῦ τὴν ἐρήμωση καὶ τὸ θάνατο. Ὁ Νικόλαος μὲ τὶς λιγοστὲς δυνάμεις του προσπάθησε νὰ ἀναχαιτίσει τὸν ἐχθρό. Οἱ παμπληθεῖς ὅμως δυνάμεις τῶν ἀντιπάλων εὔκολα ἐπικράτησαν καὶ ἐπιδόθηκαν σὲ γενικὲς σφαγὲς καὶ λεηλασίες. Πολλοὶ ἀπὸ τοὺς κατοίκους ἐγκατέλειψαν τὴν πόλη καὶ τὴν περιοχὴ καὶ κατέφυγαν σὲ ὀρεινὰ μέρη. Τελικὰ καὶ ὁ Νικόλαος μὲ ὅσους στρατιῶτες εἶχαν ἀπομείνει πορεύθηκε στὸ δάσος ποὺ βρισκόταν στὸ ὄρος τῆς Βουνένης, ὅπου ὑπῆρχαν πολλοὶ ἀσκητὲς μὲ τὰ ἀσκητήριά τους στὰ ἀπόκρημνα ὑψώματα. Ἐγκαταστάθηκε κοντά τους συναγωνιζόμενος αὐτοὺς στὴν ἄσκηση καὶ τὴν προσευχή. Μαζί του εἶχε καὶ τοὺς στρατιῶτες του, ποὺ ζοῦσαν καὶ αὐτοὶ τὴν ἀγγελικὴ ζωὴ τῶν μοναχῶν.

Κάποιο βράδυ, ἐνῷ ὁ Ὅσιος προσευχόταν, Ἄγγελος Κυρίου παρουσιάσθηκε καὶ προανήγγειλε τὸν μαρτυρικό τους θάνατο: «Δεῦρο, ἀθληταὶ τοῦ Χριστοῦ, πρὸς τὸ μαρτυρῆσαι ἑαυτοὺς εὐτρεπίσατε». Πράγματι οἱ ἐχθροὶ τοὺς συνέλαβαν καὶ τοὺς ὑπέβαλαν σὲ πλῆθος βασανιστήρια. Τοὺς προέτρεψαν νὰ ἀρνηθοῦν τὴν πίστη τους. Ἐκεῖνοι ἔμειναν ἀμετακίνητοι στὴν πατρῴα εὐσέβεια καὶ τελειώθηκαν μαρτυρικά. Τὰ ὀνόματά τους γράφηκαν στὸ βιβλίο τῆς ζωῆς. Ἀπὸ αὐτὰ μᾶς εἶναι γνωστὰ τὰ ἀκόλουθα: Ἀκίνδυνος, Ἁρμόδιος, Γρηγόριος, Δημήτριος, Εὐώδιος, Θεόδωρος, Ἰωάννης, Μιχαήλ, Παγκράτιος, Παντολέων, Χριστόφορος καὶ Αἰμιλιανός.

Ὁ βιογράφος τοῦ Ἁγίου Νικολάου μαζὶ μὲ τὰ ὀνόματα τῶν στρατιωτῶν Μαρτύρων ἀναφέρει καὶ τὰ ὀνόματα δυὸ γυναικῶν μαρτύρων, Εἰρήνης καὶ Πελαγίας. Προφανῶς θὰ πρόκειται γιὰ δυὸ ἡρωίδες Χριστιανὲς γυναῖκες, ποὺ μαρτύρησαν γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Θὰ ἀνῆκαν στὸν ἄμαχο πληθυσμὸ τῆς πόλεως Λαρίσης, ποὺ εἶχε καταφύγει στὰ ὀρεινὰ τοῦ Τυρνάβου.

Ὁ μακάριος Νικόλαος, διακρινόμενος γιὰ τὴν ἀνδρεία του, κατόρθωσε νὰ διαφύγει τὴ μανία τοῦ ἐχθροῦ. Φεύγοντας ἀπὸ τὰ μέρη τῆς Λαρίσης καὶ τοῦ Τυρνάβου, ἔφθασε στὰ ἐνδότερα τῆς Θεσσαλίας, στὰ μέρη τῆς Καρδίτσας, ὅπου τὸ χωριὸ Βούνενα. Ἐκεῖ βρῆκε κατάλληλο τόπο γιὰ ἄσκηση. Ὁ Ὅσιος διάλεξε γιὰ κατάλυμα μία σπηλιά, ποὺ τὴν σκέπαζε μία βελανιδιά. Ἐκεῖ συνέχισε τὴν ἀσκητικὴ ζωή, ποὺ εἶχε ἀρχίσει κοντὰ στοὺς ἀσκητὲς τοῦ Τυρνάβου. Ὑπέταξε κάθε σωματικὴ ἐπιθυμία καὶ δαιμονικὴ παρεμβολή. Ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ τὸν εἶχε ἐπισκιάσει.

Ὅμως οἱ βάρβαροι ἐπιδρομεῖς ἀνακάλυψαν τὸν ἀθλητὴ τοῦ Χριστοῦ Νικόλαο. Τὸν συνέλαβαν καὶ τὸν πίεζαν μὲ ὑποσχέσεις καὶ κολακεῖες νὰ ἀρνηθεῖ τὴν πίστη του. Ἐκεῖνος ἀντιστεκόταν γενναία. Τὸν βασάνιζαν καὶ ἐκεῖνος εὐχαριστοῦσε τὸν Θεό, διότι τὸν ἀξίωσε νὰ ὑπομείνει γιὰ χάρη Του βασανιστήρια. Τελικὰ τὸν ἀποκεφάλισαν καὶ ἔτσι ὁ Ὁσιομάρτυς Νικόλαος ἔλαβε τὸν ἁμαράντινο στέφανο τῆς δόξας καὶ εἰσῆλθε στὴ χαρὰ τοῦ Κυρίου του.

Ὁ ἐπίσκοπος τῆς Λαρίσης Φίλιππος μετέφερε μὲ πομπὴ στὴν πόλη τὰ λείψανα τῶν μαρτύρων τοῦ Τυρνάβου. Τὸ ἱερὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου Νικολάου ἀνακαλύφθηκε ἀπὸ τὸν δοῦκα Εὐφημιανὸ τῆς Θεσσαλονίκης. Ὁ Εὐφημιανὸς ἀρρώστησε κάποτε βαριὰ ἀπὸ τὴ φοβερὴ ἀσθένεια τῆς λέπρας. Ἀναζήτησε τὴν θεραπεία του σὲ ὅλους τοὺς ἰατρούς, ἀλλὰ μάταια. Ἄρχισε τότε νὰ ἐπικαλεῖται τοὺς διαφόρους Ἁγίους καὶ νὰ κάνει ἀγαθοεργίες ἐλπίζοντας στὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Προσέφερε τὰ χρήματά του σὲ χῆρες, ὀρφανὰ καὶ φτωχούς. Παρακαλοῦσε τὸν Θεὸ νὰ τὸν ἐλεήσει καὶ νὰ τοῦ χαρίσει τὴν πολυπόθητη ὑγεία του. Κατέφυγε στὸν πολιοῦχο τῆς Θεσσαλονίκης Ἅγιο Δημήτριο καὶ τὸν πολιοῦχο τῆς Λαρίσης Ἅγιο Ἀχίλλιο, ποὺ εἶχε ἀκούσει πολλὰ γιὰ τὰ θαύματά τους. Ἐνῷ ὅμως βρισκόταν στὴ Λάρισα καὶ προσευχόταν μπροστὰ στὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου Ἀχιλλίου, τοῦ ὑποδείχθηκε νὰ μεταβεῖ στὰ ὄρη τῶν Βουνένων. Τὸ σχετικὸ ὅραμα τοῦ ἔλεγε νὰ φροντίσει νὰ βρεῖ τὸ ἱερὸ λείψανο τοῦ Ὁσιομάρτυρα Νικολάου, νὰ λουσθεῖ σὲ πηγὴ ποὺ βρίσκεται κοντὰ στὸν τόπο τοῦ ἱεροῦ λειψάνου καὶ νὰ πιστεύει ὅτι ὕστερα ἀπὸ αὐτὰ θὰ εὕρισκε τὴν θεραπεία του. Χαρούμενος ἀπὸ τὸ ἐλπιδοφόρο τοῦτο ἄγγελμα ὁ Εὐφημιανὸς ξεκίνησε γιὰ τὰ Βούνενα, ὅπου βρῆκε τὸ τίμιο σκήνωμα τοῦ Ἁγίου Νικολάου καὶ τὴν δική του θεραπεία. Γεμάτος χαρὰ καὶ εὐγνωμοσύνη γιὰ τὴ θεραπεία ποὺ τοῦ χάρισε ὁ Ὁσιομάρτυρας τοῦ Χριστοῦ, ἔκτισε ἕνα μικρὸ ναὸ καὶ ἐνταφίασε ἐκεῖ τὸ ἱερὸ λείψανο.

Ο Μεγαλομάρτυρας Χριστόφορος

Ἅγιος Μεγαλομάρτυς Χριστόφορος καταγόταν ἀπὸ ἠμιβάρβαρη φυλὴ καὶ ὀνομαζόταν Ρεμπρόβος, ποὺ σημαίνει ἀδόκιμος, ἀποδοκιμασμένος, κολασμένος. Πιθανότατα ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Δεκίου (249-251 μ.Χ.), ὅταν στὴν Ἀντιόχεια Ἐπίσκοπος ἦταν ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Βαβύλας (τιμᾶται 4 Σεπτεμβρίου).

Ὁ Ἅγιος ὡς πρὸς τὴν ἐξωτερικὴ ἐμφάνιση ἦταν τόσο πολὺ ἄσχημος, γι’ αὐτὸ καὶ ἀποκαλεῖτο «κυνοπρόσωπος».

Ἡ μεταστροφή του στὸν Χριστὸ ἔγινε μὲ τρόπο θαυμαστό. Συνελήφθη αἰχμάλωτος σὲ μάχη, ποὺ διεξήγαγε τὸ ἔθνος του μὲ τὰ Ρωμαϊκὰ αὐτοκρατορικὰ στρατεύματα. Κατατάγηκε στὶς Ρωμαϊκὲς λεγεῶνες καὶ πολέμησε κατὰ τῶν Περσῶν, ἐπὶ Γορδίου καὶ Φιλίππου.

Ὅταν ἦταν ἀκόμη κατειχούμενος, γιὰ νὰ εὐχαριστήσει τὸν Χριστό, ἐγκαταστάθηκε σὲ ἐπικίνδυνη δίοδο ποταμοῦ καὶ μετέφερε δωρεὰν ἐπὶ τῶν ὤμων του ἐκείνους ποὺ ἐπιθυμοῦσαν νὰ διέλθουν τὸν ποταμό. Μία μέρα παρουσιάσθηκε πρὸς αὐτὸν μικρὸ παιδί, τὸ ὁποῖο τὸν παρακάλεσε νὰ τὸν περάσει στὴν ἀπέναντι ὄχθη. Ὁ Ρεμπρόβος πρόθυμα τὸ ἔθεσε ἐπὶ τῶν ὤμων του καὶ στηριζόμενος ἐπὶ τῆς ράβδου του εἰσῆλθε στὸν ποταμό. Ὅσο ὅμως προχωροῦσε, τόσο τὸ βάρος τοῦ παιδιοῦ αὐξανόταν, ὥστε μὲ μεγάλο κόπο κατόρθωσε νὰ φθάσει στὴν ἀπέναντι ὄχθη. Μόλις ἔφθασε στὸν προορισμό του, κατάκοπος εἶπε στὸ παιδὶ ὅτι καὶ ὅλο τὸν κόσμο νὰ σήκωνε δὲν θὰ ἦταν τόσο βαρύς. Τὸ παιδὶ τοῦ ἀπάντησε: «Μὴν ἀπορεῖς, διότι δὲν μετέφερες μόνο τὸν κόσμο ὅλο, ἀλλὰ καὶ τὸν πλάσαντα αὐτόν. Εἶμαι Ἐκεῖνος στὴν ὑπηρεσία τοῦ Ὁποίου ἔθεσες τὶς δυνάμεις σου καὶ σὲ ἀπόδειξη αὐτοῦ φύτεψε τὸ ραβδί σου καὶ αὔριο θὰ ἔχει βλαστήσει», καὶ ἀμέσως ἐξαφανίσθηκε. Ὁ Ρεμπρόβος φύτεψε τὴν ράβδο καὶ τὴν ἑπομένη τὴν βρῆκε πράγματι νὰ ἔχει βλαστήσει. Μετὰ τὸ περιστατικὸ αὐτὸ βαπτίσθηκε Χριστιανὸς ἀπὸ τὸν Ἅγιο Ἱερομάρτυρα Βαβύλα, ὁ ὁποῖος τὸν μετονόμασε σὲ Χριστόφορο. Ἡ ἄκτιστη θεία Χάρη, ποὺ ἔλαβε τὴν ὥρα τοῦ βαπτίσματος καὶ τοῦ Χρίσματος, μεταμόρφωσε ὅλη του τὴν ὕπαρξη. Καὶ αὐτὴ ἀκόμα ἡ δύσμορφη ὄψη του φαινόταν φωτεινότερη καὶ ὀμορφότερη.

Στὴν Ὀρθόδοξη ἁγιογραφία ὁ Ἅγιος εἰκονίζεται νὰ μεταφέρει στὸν ὦμο του τὸν Χριστό. Ἐξ’ ἀφορμῆς ἴσως τοῦ γεγονότος αὐτοῦ θεωρεῖται προστάτης τῶν ὁδηγῶν καὶ στὸ Μικρὸν Εὐχολόγιον καὶ συγκεκριμένα στὴν Ἀκολουθία «ἐπὶ εὐλογήσει νέου ὀχήματος» ὑπάρχει, πρῶτο στὴ σειρά, τὸ ἀπολυτίκιό του.

Κατὰ τὸν τότε ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν διωγμό, λίγο μετὰ τὴν βάπτισή του, εἶδε Χριστιανοὺς νὰ κακοποιοῦνται ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες. Ἀπὸ ἀγανάκτηση ἐπενέβη καὶ ἔκανε δριμύτατες παρατηρήσεις πρὸς αὐτούς, διέφυγε δὲ τὴ σύλληψη χάρη στὸ γιγαντιαῖο του παράστημα καὶ τὴν ἡράκλεια δύναμή του. Καταγγέλθηκε ὅμως στὸν αὐτοκράτορα καὶ διατάχθηκε ἡ σύλληψή του. Γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτὸ ἀπεστάλησαν διακόσιοι στρατιῶτες. Αὐτοί, ἀφοῦ ἐρεύνησαν σὲ διάφορα μέρη, τὸν βρῆκαν κατὰ τὴν στιγμὴ τὴν ὁποία ἑτοιμαζόταν νὰ γευματίσει ἕνα κομμάτι ξερὸ ψωμί. Κατάκοποι οἱ στρατιῶτες καὶ πεινασμένοι ζήτησαν ἀπὸ τὸν Ἅγιο Χριστόφορο νὰ τοὺς δώσει νὰ φάγουν καὶ ὡς ἀντάλλαγμα τοῦ ὑποσχέθηκαν ὅτι δὲν θὰ τὸν κακομεταχειρίζονταν. Ἕνας ἀπὸ τοὺς στρατιῶτες, βλέποντας ὅτι πλὴν τοῦ ξεροῦ ἄρτου δὲν ὑπῆρχε καμία ἄλλη τροφή, εἰρωνευόμενος τὸν Χριστόφορο, τοῦ εἶπε ὅτι εὐχαρίστως θὰ γινόταν Χριστιανός, ἐὰν εἶχε τὴν δύναμη νὰ τοὺς χορτάσει ὅλους μὲ τὸ κομμάτι ἐκεῖνο τοῦ ἄρτου. Τότε ὁ Ἅγιος, ἀφοῦ γονάτισε, ἄρχισε νὰ παρακαλεῖ τὸν Χριστὸ νὰ πολλαπλασιάσει τὸ κομμάτι ἐκεῖνο τοῦ ἄρτου, ὅπως πολλαπλασίασε τοὺς πέντε ἄρτους στὴν ἔρημο, γιὰ νὰ χορτάσουν οἱ πεινῶντες στρατιῶτες καὶ νὰ φωτισθοῦν στὴν ἀναγνώριση καὶ ὁμολογία Αὐτοῦ. Ἡ παράκληση τοῦ Ἁγίου εἰσακούσθηκε καὶ τὸ τεμάχιο τοῦ ἄρτου πολλαπλασιάσθηκε. Βλέποντας οἱ στρατιῶτες τὸ θαῦμα αὐτό, προσέπεσαν στὰ πόδια τοῦ Ἁγίου καὶ τὸν παρακαλοῦσαν νὰ τοὺς γνωρίσει καλύτερα τὸν Θεό του. Ὁ Ἅγιος ἐξέθεσε μὲ ἁπλότητα τὴ Χριστιανικὴ διδασκαλία καὶ ἀφοῦ ὅλοι ἐξέφρασαν τὴν ἐπιθυμία νὰ γίνουν Χριαστιανοί, τοὺς ὁδήγησε πρὸς τὸν Ἐπίσκοπο Ἀντιοχείας Βαβύλα, ὁ ὁποῖος, ἀφοῦ τοὺς κατήχησε, τοὺς βάπτισε. Ὅταν ὁ αὐτοκράτορας Δέκιος πληροφορήθηκε τὸ γεγονός, τοὺς μὲν στρατιῶτες συνέλαβε καὶ ἀποκεφάλισε, τὸν δὲ Χριστόφορο προσπάθησε μὲ ὑποσχέσεις καὶ κολακεῖες νὰ μεταπείσει, ἀλλὰ οἱ προσπάθειές του προσέκρουσαν στὴν ἐπίμονη ἄρνηση αὐτοῦ. Κατόπιν τούτου ἔστειλε πρὸς αὐτὸν δυὸ διεφθαρμένες γυναῖκες, τὴν Ἀκυλίνα καὶ τὴν Καλλινίκη, ἐλπίζοντας ὅτι μὲ τὰ θέλγητρά τους θὰ τὸν σαγήνευαν καὶ θὰ τὸν παρέσυραν. Οἱ δυὸ γυναῖκες, ἀφοῦ ἄκουσαν τὴν προτροπὴ τοῦ Ἁγίου, γιὰ νὰ ἐπανέλθουν στὸν δρόμο τῆς ἁγνότητας καὶ τῆς ἀρετῆς, ἔγιναν Χριστιανὲς καί, ἀφοῦ παρουσιάσθηκαν ἐνώπιον τοῦ αὐτοκράτορα Δεκίου, ὁμολόγησαν τὸν Χριστό. Γι’ αὐτὸ καὶ βρῆκαν μαρτυρικὸ θάνατο.

Στὴ συνέχεια ὁ Ἅγιος Χριστόφορος ὑποβλήθηκε σὲ φρικτὰ βασανιστήρια καὶ τέλος ὑπέστη τὸν δι’ ἀποκεφαλισμοῦ θάνατο τὸ 251 μ.Χ.

Ἡ Σύναξη αὐτοῦ ἐτελεῖτο στὸ Μαρτύριο αὐτοῦ κοντὰ στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου στὸ Κυπαρίσσιον καὶ στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Πολυεύκτου, πλησίον τῆς Ἁγίας Εὐφημίας τῶν Ὀλυβρίου.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ'. Ταχὺ προκατάλαβε.

Στολαὶς ταὶς ἐξ αἵματος, ὠραϊζόμενος, Κυρίω παρίστασαι, τῷ Βασιλεῖ οὐρανῶν, Χριστόφορε ἀοίδιμε, ὅθεν σὺν Ἀσωμάτων, καὶ Μαρτύρων χορείαις, ἄδεις τὴ τρισαγίω, καὶ φρικτὴ μελῳδία, διὸ τοὶς ἰκεσίαις ταὶς σαίς, σῷζε τοὺς δούλους σου.

Ο Προφήτης Ησαϊας

Προφήτης Ἠσαΐας, υἱὸς τοῦ Ἀμῶς, γεννήθηκε στὰ Ἱεροσόλυμα περὶ τὸ 774 π.Χ. Ὑπῆρξε ὁ πρῶτος μεταξὺ τῶν τεσσάρων μεγάλων Προφητῶν, ὁ λαμπρότερος καὶ μεγαλοφωνότερος ἀπὸ αὐτούς. Τὸ ὄνομα Ἠσαΐας, ἐβραϊστὶ Γιασιαγιάχου, σημαίνει «ὁ Θεὸς σῴζει».

Κατὰ ἀρχαία ραββινικὴ παράδοση, ὁ πατέρας του ἦταν ἀδελφὸς τοῦ βασιλέως τῶν Ἰουδαίων Ἀμασίου, ἡ δὲ θυγατέρα του λέγεται ὅτι εἶχε νυμφευθεῖ τὸν βασιλέα Μαννασή. Οἱ παραδόσεις αὐτές, θρῦλοι μᾶλλον καὶ ὄχι ἱστορικὲς ἀλήθειες, ὑποδηλώνουν πάντως τὴν εὐγενῆ καταγωγὴ τοῦ Ἠσαΐου. Ὁ Ἠσαΐας ἦταν ἔγγαμος καὶ εἶχε ἀποκτήσει δυὸ παιδιά, τὰ ὁποία ἀναφέρονται στὶς Προφητεῖες του. Σὲ αὐτά, κατ’ ἐντολὴν προφανῶς τοῦ Θεοῦ, εἶχαν δοθεῖ συμβολικὰ ὀνόματα. Τοῦ μὲν πρώτου τὸ ὄνομα ἦταν Ἰασοὺβ καὶ σημαίνει κατὰ τοὺς ἑβδομήκοντα «τὸ ὑπόλοιπο θὰ ἐπιστρέψει», δηλαδὴ οἱ ἐναπομείναντες στὴν αἰχμαλωσία Ἰουδαῖοι θὰ ἐπανέλθουν στὴν πατρίδα τους. Τοῦ δὲ ἄλλου τὸ ὄνομα ἦταν Μαχὲρ Σχαλὰζ Χᾶς Βὰζ καὶ σημαίνει «ταχέως σκύλευσον, ὀξέως προνόμευσον», σὲ δήλωση τῆς ἐπικείμενης κατὰ τῶν Ἱεροσολύμων ἐπιδρομῆς τῶν Ἀσσυρίων καὶ Βαβυλωνίων.

Ὁ Ἠσαΐας κλήθηκε στὴν προφητικὴ διακονία του κατὰ τὸ 738 μ.Χ., τελευταῖο ἔτος τῆς βασιλείας τοῦ Ὀζίου καὶ πρῶτο ἔτος τῆς βασιλείας Ἰωάθαμ. Ὁ ἴδιος ἱστορεῖ σὲ μία συναρπαστικὴ περιγραφὴ τὴν κλήση του. Εὑρισκόμενος στὸ ἱερὸ εἶδε τὸν Κύριο καθήμενο ἐπάνω σὲ θρόνο ὑψηλό, ἐνῷ ὁ ναὸς ἦταν πλημμυρισμένος ἀπὸ ὑπέρλαμπρο φῶς τῆς θείας δόξας. Τὰ ἑξαπτέρυγα Σεραφίμ, ἵσταντο γύρω ἀπὸ τὸ θεῖο θρόνο προσφωνώντας καὶ ἀντιφωνώντας τὸ ἕνα τὸ ἄλλο, δοξολογώντας τὸν Θεὸ καὶ λέγοντας «ἅγιος, ἅγιος Κύριος Σαβαώθ, πλήρης πᾶσα ἡ γῆ τῆς δόξης Αὐτοῦ». Μπροστὰ στὸ μεγαλειῶδες αὐτὸ θέαμα ὁ Ἠσαΐας καταλύφθηκε ἀπὸ βαθιὰ συγκίνηση καὶ δέος, ἀναλογίστηκε τὴν ἀναγιότητά του ὡς ἀνθρώπου καὶ ἀναφώνησε ὅτι, ὡς ἄνθρωπος ποὺ ἔχει ἀκάθαρτα χείλη, ἀξιώθηκε νὰ δεῖ τὸν Βασιλέα, Κύριο Σαβαώθ. Μετὰ τὴν ταπεινὴ αὐτὴ ὁμολογία του, ἕνα ἀπὸ τὰ Σεραφὶμ ἔλαβε διὰ τῆς λαβίδος στὸ χέρι του ἀναμμένο κάρβουνο ἀπὸ τὸ θυσιαστήριο, στὸ ὁποῖο καιγόταν εὐῶδες θυμίαμα, ἄγγιξε τὰ χείλη τοῦ Ἠσαΐα καὶ τοῦ εἶπε: «ἰδού, αὐτὸ ἄγγιξε τὰ χείλη σου καὶ θὰ ἀφαιρέσει τὶς ἀνομίες σου καὶ θὰ καθαρίσει τελείως καὶ θὰ ἀπαλείψει ἀπὸ σένα τὶς ἁμαρτίες σου».

Τὸ ἔργο τοῦ Προφήτη Ἠσαΐα ἐπεκτάθηκε ἐπὶ τῆς βασιλείας τοῦ Ἰωάθαμ, Ἄχαζ, Ἐζεκίου, ἴσως δὲ καὶ ἐπὶ Μανασσή, ἀπὸ τὸν ὁποῖο, ὅπως λέγεται καταδικάσθηκε σὲ θάνατο καὶ ἐκτελέσθηκε μὲ ξύλινο πριόνι, ἐπειδὴ τὸν ἔλεγξε δημοσίως γιὰ τὴν ἀσέβειά του.

Ἡ ἐποχὴ κατὰ τὴν ὁποία ἔζησε ὁ Ἠσαΐας ἦταν πολὺ δύσκολη γιὰ τὸ Ἰσραηλιτικὸ βασίλειο. Οἱ Ἑβραῖοι τῆς ἐποχῆς ἐκείνης εἶχαν ἐκτραπεῖ σὲ μία ὑλόφρονα ζωή, γιὰ τὴν ἱκανοποίηση τῆς ὁποίας δὲν δίσταζαν μπροστὰ σὲ καμία ἀδικία καὶ παρανομία. Οἱ ἱερεῖς ἦταν μέθυσοι, οἱ ψευδοπροφῆτες ὀργίαζαν, οἱ ἄρχοντες ἦταν κλέφτες. Οἱ ψευδοευλαβεῖς ἐκεῖνοι, ποὺ νήστευαν καὶ προσέφεραν θυσίες ὑποκριτικὰ καὶ ἦταν ἄδικοι καὶ ἀνελεήμονες, εἶχαν πληθυνθεῖ καὶ συνεργοῦσαν στὴ διαφθορά.

Μία τέτοια κατάπτωση ἦταν ἑπόμενο νὰ ὁδηγήσει σὲ ὀλιγοπιστία, σὲ ἀπιστία πρὸς τὸν ἀληθινὸ Θεὸ καὶ σὲ ἐκτροπὴ πρὸς τὴν εἰδωλολατρία. Ἐξαιτίας τῆς ἁμαρτωλότητας καὶ ἀσέβειας ποὺ κυριαρχοῦσε, μὲ σκοπὸ τὴν παιδαγωγία, τὴν ἐπιστροφὴ τοῦ λαοῦ καὶ τὴν ὑπακοὴ στὸν θεῖο νόμο, ὁ Θεὸς ἐπέτρεπε συμφορὲς καὶ θλίψεις, ἰδιαίτερα δὲ τὶς καταστρεπτικὲς ἐπιδρομὲς ξένων, γειτονικῶν καὶ μακρινῶν λαῶν.

Ἔτσι τὸ ἔργο τοῦ Προφήτη Ἠσαΐα, καθ’ ὅλο τὸ διάστημα τῆς δράσεώς του, ἦταν νὰ ἐλέγχει τὴν ἁμαρτωλότητα καὶ ἀσέβεια, νὰ καταδικάζει αὐστηρότατα τὴν ἀποστασία καὶ εἰδωλολατρία, νὰ προλέγει θλίψεις κατὰ τοῦ ἀποστάτη λαοῦ καὶ νὰ καλεῖ σὲ μετάνοια καὶ ἐπιστροφὴ πρὸς τὸν Θεό. Σὲ περίοδο δὲ προφανῶν κινδύνων, ἐπιδρομῆς ἐχθρῶν καὶ δουλείας τοῦ λαοῦ, ἐνθάρρυνε τοὺς ἀποκαρδιωμένους, ἀναθέρμαινε τὴν πίστη καὶ ὑπακοὴ πρὸς τὸν Θεό, καλλιεργοῦσε τὴν ἐλπίδα τῆς ἀπολυτρώσεως. Ἀλλὰ ἐκεῖνο τὸ ὁποῖο χαρακτηρίζει ἐντονότερα τὸν Ἠσαΐα εἶναι κυρίως οἱ πολυάριθμες καὶ καθαρότατες Χριστολογικὲς Προφητεῖες του. Φωτιζόμενος ἀπὸ τὸ Πανάγιο Πνεῦμα προανήγγειλε τὴν ἐκ Παρθένου γέννηση τοῦ Λυτρωτοῦ, ὅπως καὶ τὸ Ὄνομα Αὐτοῦ «Ἐμμανουήλ», τὸ ὁποῖο σημαίνει «ὁ Θεὸς μαζί μας». Γι’ αὐτὸ καὶ ὀνομάσθηκε ἀπὸ τοὺς Πατέρες, «Εὐαγγελικὸς Προφήτης», οἱ δὲ Προφητεῖες του «Καθ’ Ἠσαΐαν Εὐαγγέλιον».

Τὸ ἱερὸ λείψανό του μεταφέρθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη, ἐπὶ αὐτοκράτορα Θεοδοσίου Β’ (408-450 μ.Χ.) καὶ κατατέθηκε στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Μάρτυρα Λαυρεντίου ποὺ ἦταν πλησίον τῶν Βλαχερνῶν.


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ'. Ταχὺ προκατάλαβε.

Ὡς σάλπιγξ πανεύσημος, μεγαλοφώνω φθογγή, τῷ κόσμῳ προήγγειλας, τὴν παρουσίαν Χριστοῦ, Προφῆτα θεσπέσιε, σὺ γὰρ τοῦ Παρακλήτου, ἑλλαμφθεῖς τὴ δυνάμει, κάλαμος ὀξυγράφος, τῶν μελλόντων ἐδείχθης, διὸ σὲ Ἠσαΐα, ὕμνοις γεραίρομεν.


Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὴν ἐν πρεσβείαις ἀκοίμητον.

Τῆς Προφητείας τὸ χάρισμα δεδεγμένος, προφητομάρτυς Ἠσαΐα θεοκήρυξ, πάσιν ἐτράνωσας τοὶς ὑφ' ἥλιον, τὴν τοῦ Θεοῦ φωνήσας μεγαλοφώνως σάρκωσιν, ἰδοὺ ἡ Παρθένος ἐν γαστρι λήψεται.

Τετάρτη 21 Μαΐου 2008

Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου

Μέσα σε κλίμα βαθειάς κατάνυξης και υπό το φως του ανοιξιάτικου φεγγαριού επανηγύρισεν με ολονύχτια Αγρυπνία ο Ιερός Μετοχιακός Ναός Αγ. Ιωάννου του Θεολόγου Κερατέας Αττικής, της Ανδρώας Ιεράς Μονής Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Κουβαρά Αττικής. Η Αγρυπνία ήρχισεν περί την 9ην βραδυνήν, χοροστατούντος του Πνευματικού Προϊσταμένου της Μονής, Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Θηβών και Λεβαδείας κ. Ανδρέου, συμπαραστατουμένου υπό του Καθηγουμένου της Ιεράς Μονής Αρχιμ. π. Στεφάνου Τσακίρογλου και του Ιερομονάχου της Μονής π. Δαμασκηνού Πετρογέγα. Στον Εσπερινό έλαβε μέρος και ο Αρχιγραμματεύς της Ιεράς Συνόδου Πρωτοπρεσβύτερος π. Δημήτριος Τσαρκατζόγλου. Έψαλλαν οι Πατέρεςς της Μονής μοναχοί Χρυσάφιος και Ιωάσαφ και οι Ιεροψάλτες Ιωάννης Κορωνιάς, Βασίλειος Τσαρκατζόγλου και Γεώργιος Μακρής. Η Αγρυπνία σχόλασεν περί την 4ην πρωϊνήν. Οι πιστοί λαμβάνοντας το Αντίδωρον, εκεράσθησαν από μία πεντανόστιμη σπανακόπιττα, μπακλαβαδάκια και χυμούς. Στο Ιερό Ησυχαστήριο εγκαταβιεί από το 1990 ο Μοναχός π. Μάξιμος της Ιεράς Μονής Μεταμορφώσεως, ο οποίος ακούραστα εξυπηρετούσε τους πιστούς καθ' όλη την διάρκεια της Αγρυπνίας. Ήταν φέτος μιά πραγματική πανδαισία! Όλοι αναχώρησαν με αναπτερωμένας τας πνευματικάς των δυνάμεις!



Το πρωί της Τετάρτης επανηγύρισεν και ο ιδιωτικός Ιερός Ναός Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στην Κερατέα.
Ιερούργησε ο Ιερομόναχος π.Κασσιανός Braun και έψαλεν γυναικείος χορός μοναζουσών από την Ιερά Μονή Παναγίας Κερατέας.
(βλέπε παρακείμενη φωτό)

http://orthodoxievco.blogspot.com/2008/05/saint-jean-le-thologien.html

Παρασκευή 16 Μαΐου 2008

(+) Ιεροδιάκονος Οικουμένιος Σαγώνας


Σ
ήμερα 3 Μαϊου η Ορθόδοξος Εκκλησία μας τιμά και την μνήμη του Αγίου Οικουμενίου του θαυματουργού, επισκόπου Τρίκκης (Τρικάλων).

Η Εκκλησία μας, του Πατρίου Ημερολογίου, μνημονεύει τον αοίδιμον Ιεροδιάκων π. Οικουμένιον Σαγώναν. Ο αοίδιμος π. Οικουμένιος γεννήθηκε το έτος 1934 στους Αγίους Αναργύρους Λαρίσης υπό των ευσεβών γονέων Αχιλλέως και Μαρίας. Το 1961 υπήχθη ως Δόκιμος Μοναχός υπό το Ωμοφόριον του αειμνήστου Μητροπολίτου Τρίκκης & Σταγών Βησσαρίωνος εις το Ιερό Ησυχαστήριον Παναγίας Γοργοϋπηκόου Αιγάλεω Αττικής. Στις 10 Αυγούστου 1961 εχειροτονήθη Διάκονος υπό του Μητροπολίτου Βησσαρίωνος. Το έτος 1965 αρρώστησε βαρέως από φυματίωση και στις 4 Δεκεμβρίου 1966 εκοιμήθη οσίως σε ηλικία μόλις 32 ετών. Ετάφη εις το Κοιμητήριον της Ανδρώας Ιεράς Μονής Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Κουβαρά Αττικής.

Του μακαριστού Ιεροδιακόνου π. Οικουμενίου
Αιωνία η Μνήμη!
Ας έχουμε την ευχή του!

Τετάρτη 14 Μαΐου 2008

Μητροπολίτης Λαρίσης & Τυρνάβου Πανάρετος

Σήμερα, 1η Μαϊου, η Εκκλησία μας τιμά την μνήμη του εν αγίοις Πατρός ημών Παναρέτου επ. Πάφου και μαζί θυμάται την μνήμη του αοιδίμου Μητροπολίτου Λαρίσης και Τυρνάβου κυρού Παναρέτου, κοιμηθέντος την 22αν Νοεμβρίου 2004 σε ηλικία 85 ετών στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Λαρίσης. Στην μονή της μετανοίας του, στην Ιερά Μονή Αγίων Αποστόλων Ραψάνης Λαρίσης ετελέσθη Αρχιερατική Θεία Λειτουργία ιερουργούντων των Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτών Αργολίδος κ. Παχωμίου και Λαρίσης & Τυρνάβου κ. Ιγνατίου, βοηθουμένων υπό του Ιερομονάχου π. Φιλίππου και του Ιεροδιακόνου π. Αγάθωνος Αγιαποστολιτών.

Ο αοίδιμος Ιεράρχης κυρός Πανάρετος (κατά κόσμον Παναγιώτης Βαγιάνας), εγεννήθη το 1919 εις την Αγιάσο της νήσου Λέσβου, από γονείς ευλαβείς, τον Νικόλαον και την Ελένην. μετά την ολοκλήρωσιν των γυμνασιακών του σπουδών (Σχολαρχείον), διωρίσθη Γραμματεύς εις τον Δήμον Αγιάσου. Ενυμφεύθη την ευλαβεστάτην Ρωσσίτσαν μετά της οποίας απέκτησε τέσσερα τέκνα. Έχων την επιθυμίαν να υπηρεήση το ιερόν θυσιαστήριον, ευρέθη εις την Αθήνα, όπου εφοίτησεν εις την Ριζάρειον Εκκλησιαστικήν Σχολήν.
Η γνωριμία του με την γνησίαν Ορθόδοξον Εκκλησίαν εγένετο περί τα τέλη της δεκαετίας του '50, αρχικώς μέσω του επισήμου δημοσιογραφικού οργάνου της Εκκλησίας, του "Κήρυκος" και εις την συνέχειαν μέσω της γνωριμίας του με αγωνιστάς Κληρικούς της Εκκλησίας μας, όπως ο αείμνηστος Πρωτοσύγκελλος π. Ευγένιος Τόμπρος, ο μακαριστός Ιερομόναχος π. Ιγνάτιος Μπέτσης και ο τότε Μητροπολίτης Πατρών και μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κυρός Ανδρέας, ο οποίος το έτος 1959 τον χειροτόνησε Διάκονο και Πρεσβύτερο.
Ως Πρεσβύτερος υπηρέτησε εις πολλάς Ενορίας ανα την Ελλάδα και το εξωτερικόν. Επί πολλά έτη διετέλεσε Εφημέριος εις Κοζάνην, Τρίκαλα Θεσσαλίας, αλλά και εις την μακρυνήν Αυστραλίαν. Υπήρξε ιδρυτής των ενοριών Αγίας Αικατερίνης Άνω Κώμης Κοζάνης και Αγίας Παρασκευής Πτολεμαϊδος Εορδαίας. Στην περιοχή των Τρικάλων και εις το χωρίον Πηγή ανήγειρε Γηροκομείον και εν αυτώ Ιερόν Ναόν του Αγίου Παναρέτου.
Το 1995, αφού η Πρεσβυτέρα του Ρωσσίτσα είχεν εγκαταλείψει από πενταετίας την πρόσκαιρον ζωήν, η Ιερά Σύνοδος τον εξέλεξε παμψηφεί Μητροπολίτην Λαρίσης & Τυρνάβου. Εχειροτονήθη Επίσκοπος εις τον Καθεδρικόν Ιερόν Ναόν Αγίας Τριάδος Κ. Ηλιουπόλεως, αφού προηγουμένως έλαβε το Μέγα και Αγγελικόν Σχήμα, την 9ην Ιουλίου 1995 υπό του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κυρού Ανδρέου και των Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτών: Πειραιώς κ. Νικολάου, Αργολίδος κ. Παχωμίου, Περιστερίου κ. Γαλακτίωνος, Μεσογαίας & Λαυρεωτικής κ. Κηρύκου και Βεροίας & Ναούσης κ. Ταρασίου.
Η νεκρώσιμος Ακολουθία του εψάλη εις την Ανδρώαν Ιεράν Μονήν Αγίων Αποστόλων Ραψάνης Λαρίσης υπό του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών & Πάσης Ελλάδος κ. Νικολάου, του μακαριστού Αρχιεπισκόπου πρώην Αθηνών κυρού Ανδρέου, του Σεβ. Μητροπολίτου Θηβών & Λεβαδείας κ. Ανδρέου, του Αρχιγραμματέως της Ιεράς Συνόδου Πρωτοπρεσβυτέρου κ. Δημητρίου Τσαρκατζόγλου και των Ιερέων π. Παντελεήμονος Ντέσκα, π. Ματθαίου Muroki, π. Ιγνατίου Δάσσιου, π. Νεοφύτου Τσακίρογλου, π. Χρυσάνθου Τσιανάκα, π. Ιωαννικίου Ιωάννου και των Ιεροδιακόνων π. Μεθοδίου Χούλλη και π. Βαρθολομαίου Σελητσανιώτη.

Του μακαριστού Ιεράρχου της μαρτυρικής μας Εκκλησίας αοιδίμου Μητροπολίτου Λαρίσης & Τυρνάβου κυρού ΠΑΝΑΡΕΤΟΥ ειη Η ΜΝΗΜΗ ΑΙΩΝΙΑ!

Τρίτη 13 Μαΐου 2008

Οι Μυροφόρες γυναίκες

Ακούγοντας τη διήγηση για τη σταύρωση και το θάνατο του Χριστού, κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Εβδομάδας, με εντυπωσιάζει συνεχώς μια λεπτομέρεια της ιστορίας: η μέχρι τέλους αφοσίωση μιας χούφτας ανθρώπων, κυρίως γυναικών, για τις οποίες το ευαγγέλιο δεν λέει σχεδόν τίποτε άλλο.Αυτό που γνωρίζουμε είναι πως οι μαθητές του Χριστού, όλοι τους, έφυγαν και τον άφησαν μόνο. Ο Πέτρος Τον αρνήθηκε τρεις φορές. Ο Ιούδας Τον πρόδωσε. Τα πλήθη ακολουθούσαν το Χριστό ενώ κήρυττε, και όλοι περίμεναν να πάρουν κάτι απ’ Αυτόν: προσδοκούσαν βοήθεια, θαύματα και θεραπείες, περίμεναν την απελευθέρωσή τους από τη μισητή Ρωμαϊκή κατοχή, περίμεναν απ’ Αυτόν να ασχοληθεί με τις επίγειες μέριμνές τους. [...]

Δεν είναι δε το οδυνηρότερο μέρος αυτών των τελευταίων ημερών η προδοσία των στενών φίλων και μαθητών, στους οποίους ο Χριστός είχε αληθινά και ολοκληρωτικά δοθεί; Στον κήπο της Γεσθημανή, ακόμη και οι τρεις στενότεροι μαθητές Του δεν άντεξαν, αλλά αποκοιμήθηκαν ενώ ο Χριστός βρισκόταν στην τελική αγωνία, με τον ιδρώτα Του «ωσεί θρόμβοι αίματος» και προετοιμαζόταν για ένα φοβερό θάνατο. Γνωρίζουμε πως ακόμη κι ο Πέτρος, που τόσο ηχηρά είχε υποσχεθεί να πεθάνει για το Χριστό, κλονίστηκε την τελευταία στιγμή και Τον αρνήθηκε, Τον απέρριψε και Τον πρόδωσε. Και «τότε», γράφει ο ευαγγελιστής, «οι μαθηταί πάντες αφέντες αυτόν έφυγον» (Ματθ. 26, 56).

Όχι όμως όλοι, όπως αποδείχθηκε. Ο Σταυρός έφερε την ώρα της απλής ανθρώπινης αφοσίωσης και αγάπης. Αυτοί που την ώρα της «επιτυχίας» φαίνονταν τόσο απόμακροι, που δεν τους βρίσκουμε σχεδόν ποτέ στις σελίδες των ευαγγελίων, στους οποίους ο Χριστός ποτέ δεν προανήγγειλε την ανάστασή Του, και για τους οποίους τα πάντα τέλειωσαν και χάθηκαν τη νύχτα του Σταυρού, αυτοί ήταν παρέμειναν στο Σταυρό με ακλόνητη ανθρώπινη αγάπη. Ο ευαγγελιστής Ιωάννης γράφει, «εισήκεισαν δε παρά τω σταυρώ του Ιησού η μήτηρ αυτού και η αδελφή της μητρός αυτού, Μαρία η του Κλωπά και Μαρία η Μαγδαληνή» (Ιωάν. 19, 25). Αργότερα, μετά το θάνατο του Ιησού,

Οψίας δε γενομένης ήλθεν άνθρωπος πλούσιος από Αριμαθαίας, τούνομα Ιωσήφ, ος και αυτός εμαθήτευσε τω Ιησού, ούτος προσελθών τω Πιλάτω ηττήσατο το σώμα του Ιησού, τότε ο Πιλάτος εκέλευσεν αποδοθήναι το σώμα, και λαβών το σώμα ο Ιωσήφ ενετύλιξεν αυτό σινδόνι καθαρά, και έθηκεν αυτό εν τω καινώ αυτού μνημείω ο ελατόμησεν εν τη πέτρα, και προσκυλίσας λίθον μέγαν τη θύρα του μνημείου απήλθεν. (Ματθ. 27, 57- 60).

Μια μέρα αργότερα, μετά το Σάββατο, την αυγή της τρίτης ημέρας, οι ίδιες γυναίκες ήρθαν στον τάφο, όπου σύμφωνα με το έθιμο της εποχής θα άλειβαν το νεκρό με μύρα. Ακριβώς σ’ αυτές ο αναστημένος Χριστός εμφανίστηκε για πρώτη φορά. Ήταν οι πρώτες που άκουσαν απ’ αυτόν το «Χαίρετε», το οποίο πλέον έγινε για πάντα η ουσία της Χριστιανικής δύναμης. Ο Χριστός δεν είχε αποκαλύψει σ’ αυτές τις γυναίκες τα μυστήρια του μέλλοντος όπως τα είχε αποκαλύψει στους δώδεκα αποστόλους. Δε γνώριζαν ούτε το νόημα του θανάτου Του, ούτε το μυστήριο της προσεγγίζουσας νίκης Του με την ανάσταση. Γι’ αυτές ο θάνατος του δασκάλου και φίλου τους ήταν ένας απλός θάνατος, ένα τέλος, ακόμη χειρότερα, ήταν ένας τρομακτικός και επαίσχυντος θάνατος, ένα τρομερό και παράλογο τέλος. Στάθηκαν στο Σταυρό μόνο επειδή αγαπούσαν το Χριστό, και λόγω αυτής της αγάπης υπέφεραν μαζί Του. Δεν άφησαν το φτωχό, βασανισμένο σώμα Του, αλλά έκαναν όλα όσα η αγάπη κάνει πάντοτε κατά τον τελικό χωρισμό. [...]

Αυτό είναι το νόημα της Κυριακής των Μυροφόρων. Μάς υπενθυμίζει πως η αγάπη και η αφοσίωση λίγων ατόμων έλαμψε φωτεινά στο μέσο του απελπιστικού σκοταδιού. Μάς καλεί να εξασφαλίσουμε πώς σ’ αυτόν τον κόσμο η αγάπη και η αφοσίωση δε θα εξαφανισθούν, ούτε θα πεθάνουν. Κρίνει την έλλειψη θάρρους, το φόβο μας, τον ατέλειωτο και δουλοπρεπή ορθολογισμό μας. Οι μυστηριώδεις Ιωσήφ και Νικόδημος, και αυτές οι γυναίκες που πάνε στον τάφο την αυγή, καταλαμβάνουν τόσο λίγο χώρο στα ευαγγέλια. Ακριβώς εδώ όμως είναι που αποφασίζεται η αιώνια μοίρα του καθενός μας.

Νομίζω πως σήμερα έχουμε ιδιαίτερη ανάγκη να ξαναβρούμε αυτή την αγάπη και τη βασική ανθρώπινη αφοσίωση. Επειδή έχουμε εισέλθει σε μια εποχή όπου ακόμη κι αυτά δυσφημούνται από επιβλαβείς ιδέες σχετικά με το πρόσωπο και την ανθρώπινη ζωή, που επικρατούν τώρα σ’ αυτόν τον κόσμο. Για αιώνες ο κόσμος διέθετε ακόμη εκείνη την αδύνατη, αλλά τρεμάμενη και φεγγοβόλα φλόγα της αφοσίωσης, της αγάπης και της συμπόνιας που ήταν σιωπηλά παρούσα στα βάσανα του Ανθρώπου που είχε απορριφθεί από όλους. Πρέπει δε να πιαστούμε, σαν από τελευταία κλωστή, από το καθετί που στον κόσμο μας διαθέτει ακόμη αυτό το ζεστό φως της απλής, γήινης, ανθρώπινης αγάπης. Η αγάπη δεν εξετάζει θεωρίες και ιδεολογίες, αλλά μιλά στην καρδιά και στην ψυχή. Η ανθρώπινη ιστορία πέρασε με βοή, βασίλεια υψώθηκαν και έπεσαν, πολιτισμοί φτιάχθηκαν και αιματηροί πόλεμοι έγιναν, αλλά αυτό που έμεινε αμετάβλητο πάνω στη γη και σ’ αυτή την ταραγμένη και τραγική ιστορία είναι η φωτεινή εικόνα της γυναίκας. Μια εικόνα φροντίδας, αυτοπροσφοράς, αγάπης και συμπόνιας. Δίχως αυτή την παρουσία, χωρίς αυτό το φως, ο κόσμος μας, ανεξάρτητα από τις επιτυχίες και τα κατορθώματά του, θα ήταν ένας κόσμος τρόμου. Μπορεί να ειπωθεί χωρίς υπερβολή πως η ανθρωπιά του ανθρωπίνου γένους διασώζεται και συντηρείται από τη γυναίκα, συντηρείται όχι με λόγια και ιδέες, αλλά με τη σιωπηλή παρουσία της που φροντίζει και αγαπά, και αν συνεχίζεται ακόμη η μυστηριώδης γιορτή της ζωής, παρά το κακό που επικρατεί στον κόσμο, αν ακόμη αυτή η γιορτή εορτάζεται σε κάποιο πάμφτωχο δωμάτιο, σ’ ένα γυμνό τραπέζι, τόσο χαρούμενα όσο και σ’ ένα παλάτι, τότε η χαρά και το φως αυτής της γιορτής ανήκει σ’ αυτή, στη γυναίκα, στην αγάπη και την αφοσίωσή της που ποτέ δε σβήνει. «Και υστερήσαντος οίνου...» (Ιωάν. 2, 3), αλλά όσο είναι αυτή εδώ, - η μητέρα, η σύζυγος, η νύφη – υπάρχει αρκετό κρασί, αρκετή αγάπη, αρκετό φως για τον καθένα...

Από το βιβλίο
«Εορτολόγιο-Ετήσιος Εκκλησιαστικός Κύκλος»
Αλέξανδρος Σμέμαν
Εκδ. Ακρίτας

Πέμπτη 8 Μαΐου 2008

Της Αλεξανδρείας το κλέος


Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΚΟΣ ο Απόστολος και Ευαγγελιστής
Ο Άγιος Μάρκος ήταν ανεψιός του Αποστόλου Βαρνάβα και ή μητέρα του ονομαζόταν Μαρία. Η καταγωγή του ήταν μάλλον από την Κύπρο, αργότερα όμως εγκαταστάθηκε στα Ιεροσόλυμα. Ο Άγιος Μάρκος από πολύ νωρίς μπήκε στην υπηρεσία της Εκκλησίας, συνοδεύοντας το θείο του Βαρνάβα και τον Απ. Παύλο στις διάφορες περιοδείες τους. Επίσης, εργάσθηκε για πολύ καιρό κοντά στον Απ. Πέτρο. Κατά την παράδοση, ο Απ. Μάρκος κήρυξε το Ευαγγέλιο στην Αίγυπτο, τη Λιβύη, τη Βαρβαρία, και είχε χρηματίσει πρώτος επίσκοπος Αλεξανδρείας. Για τον τρόπο του θανάτου του οι γνώμες διίστανται. Η μία αναφέρει ότι πέθανε ειρηνικά στην Αλεξάνδρεια, ενώ ή άλλη, ότι πέθανε δια πυρός από τους ειδωλολάτρες. Το σπουδαίο είναι ότι ο Απ. Μάρκος έγραψε το δεύτερο κατά σειρά στην Καινή Διαθήκη Ευαγγέλιο. "Ζωγραφίζει" μέσα σ' αυτό τη δύναμη του Χριστού, ιδιαίτερα δια των θαυμάτων. Γι΄ αυτό και οι αγιογράφοι τοποθετούν δίπλα στον ευαγγελιστή Μάρκο ένα λιοντάρι, πού είναι σύμβολο της δύναμης. Έτσι ο ευαγγελιστής Μάρκος στους αιώνες μας "ευαγγελίζεται την πίστιν", δηλαδή, μας κηρύττει την πίστη, για τη δόξα του Θεού και τη σωτηρία των ψυχών.

Απολυτίκιον
Του Πέτρου συνέκδημος, και κοινωνός ιερός, του Λόγου διάκονος, και υποφήτης σοφός, εδείχθης Απόστολε· όθεν το του Σωτήρος, Ευαγγέλιον θείον, Μάρκε διαχαράττεις, ως ουράνιος μύστης· διό Ευαγγελιστά σε, πόθω γεραίρομεν.

Τρίτη 6 Μαΐου 2008

Ο Άγιος Γεώργιος

Τον Άγιο Μεγαλόμαρτυρα Γεώργιο τον Τροπαιοφόρο τιμά και γεραίρει σήμερον η Ορθόδοξος Εκκλησίας μας.

ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ
Ό μεγαλομάρτυς Γεώργιος γεννήθηκε περίπου το 275 μ.Χ. στην Καππαδοκία, από γονείς χριστιανούς. Ό πατέρας του, μάλιστα, πέθανε μαρτυρικά για το Χριστό. Όταν ό Γεώργιος έγινε 18 χρονών, στρατεύθηκε στο ρωμαϊκό στρατό. "Αν και νέος στην ηλικία, διεκπεραίωνε τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις τέλεια. Όλοι τον θαύμαζαν για το παράστημά του. Γι' αυτό, γρήγορα τον προήγαγαν σε ανώτερα αξιώματα και του έδωσαν τον τίτλο του Κόμητος. Συνέβη, όμως, την εποχή εκείνη ό Διοκλητιανός να κηρύξει λυσσώδη διωγμό κατά των χριστιανών. Ό Γεώργιος ήταν τότε 28 χρονών και χωρίς δισταγμούς ομολόγησε την πίστη του, παρά τα αξιώματα πού του είχαν δώσει. Ό Διοκλητιανός δεν το περίμενε και έφριξε για τη στάση του Γεωργίου. Τότε άρχισε για τον Άγιο μια σειρά φρικτών βασανιστηρίων, αλλά και θαυμάτων, πού έφεραν πολλούς ειδωλολάτρες στη χριστιανική πίστη. Αφού τον λόγχισαν, ξέσχισαν τις σάρκες του με ειδικό τροχό από μαχαίρια. Έπειτα, τον έριξαν σε λάκκο με βραστό ασβέστη και κατόπιν τον ανάγκασαν να βαδίσει με πυρωμένα μεταλλικά παπούτσια. Από όλα αυτά ό Θεός τον κράτησε ζωντανό και έγινε αίτια να εξευτελιστούν τα είδωλα και οι εκφραστές τους. Τέλος, τον αποκεφαλίζουν προσευχόμενο. Κατά την Εκκλησία μας, ό ένδοξος αυτός μεγαλομάρτυρας είναι ό μαργαρίτης ό πολύτιμος, ό αριστεύς ό θείος, ό λέων ό ένδοξος, ό αστήρ ό πολύφωτος, του Χριστού οπλίτης, της ουρανίου στρατιάς ό συνόμιλος. Ο Άγιος Γεώργιος είναι από τους πλέον αγαπημένους αγίους των Κυπρίων με τους περισσοτέρους ναούς και εικόνες. Στην Ιερά Μητρόπολη Μόρφου σώζονται δύο παλαιές διαλελυμένες σήμερα Μονές. Του Αγίου Γεωργίου του Πιτιδιώτη η οποία ευρίσκεται κοντά στην κοινότητα Φλάσου και η κατεχόμενη σήμερα Βυζαντινή Μονή του Αγίου Γεωργίου του Ρηγάτη κοντά στην Κυρά Μόρφου.

Στην Ελλάδα πανηγύρισαν οι κάτωθι Ιεροί Ναοί:

α) Ο Ιερός Μητροπολιτικός Ναός Αγίου Γεωργίου & Αγίου Χαραλάμπους Μελισσοχωρίου, της Ιεράς Μητροπόλεως Θηβών και Λεβαδείας, ιερουργούντος του Πανοσιωτάτου Ιερομονάχου π. Ανανίου Πανάκου.

β) Το Συνοδικό Παρεκκλήσιο του Αγ. Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου εις το Μέγαρον της Ιεράς Αρχιεπισκοπής παρά το Περιστέριον Αθηνών, ιερουργούντος του Θεοφιλεστάτου Χωρεπισκόπου Αμαθούντος κ. Λαζάρου (Εκκλησίας Γ.Ο.Χ. Κύπρου).
Συνοδικό Παρεκκλήσιο Αγ. Γεωργίου

γ) Το Παρεκκλήσιο του Αγίου Γεωργίου του Ενοριακού Ιερού Ναού Κοιμήσεως Θεοτόκου Καλλιθέας Αθηνών, ιερουργούντος του Εφημερίου Αιδεσιμωτάτου Πρωτοπρεσβυτέρου κ. Δημητρίου Τσαρκατζόγλου, Αρχιγραμματέως της Αγίας και Ιεράς Συνόδου.

Δευτέρα 5 Μαΐου 2008

"Αι γενεαί πάσαι, ύμνον τήν ταφήν Σου..."






Μεγάλη Παρασκευή εσπέρας και στην Ακολουθία του Επιταφίου
χοροστατεί ο Ποιμενάρχης μας,
Σεβ. Μητροπολίτης Πειραιώς & Νήσων κ. Παντελεήμων,
ενώ ομάδα από 30 κοπέλες ψάλλουν μελωδικά τα Εγκώμια.
"Η ζωή εν τάφω κατετέθης Χριστέ
και Αγγέλων στρατιαί εξεπλήττοντο,
συγκατάβασιν δοξάζουσιν την Σην".
Ακολουθεί η Λιτανεία του Επιταφίου
στους δρόμους της Δραπετσώνας
με την συμμετοχή πλήθους πιστών
απ' όλη την Μητροπολιτική περιφέρεια.

Αποκαθήλωση στην Μητρόπολή μας




Το πρωϊ της Μεγάλης Παρασκευής
στις Μεγάλες Ώρες και στον Εσπερινό της Αποκαθηλώσεως
στον Ιερό Ναό μας προέστη ο Ιερομόναχος π. Κασσιανός Braun.

Σάββατο 3 Μαΐου 2008

Παρασκευή της Διακαινησίμου


Πανηγύρισε σήμερα με κάθε μεγαλοπρέπεια ο Ενοριακός Ιερός Ναός Ζωοδόχου Πηγής Νικαίας Πειραιώς. Της Αρχιερατικής Θείας Λειτουργίας προεξήρχε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Περιστερίου κ. Γαλακτίων, συμπαραστατούμενος από τον Πρωτοπρεσβύτερο κ. Δημήτριο Τσαρκατζόγλου, Αρχιγραμματέα της Ιεράς Συνόδου και τους Ιερομονάχους π. Κασσιανό Braun και π. Ανανία Πανάκο. Μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας ακολούθησε η Λιτάνευση της Ιεράς Εικόνος της Παναγίας εντός Κουβουκλίου εις τας οδούς πέριξ του Ιερού Ναού.

Πέμπτη 1 Μαΐου 2008

Τετάρτη της Διακαινησίμου



Την Τετάρτη της Διακαινησίμου ο π. Δημήτριος Τσαρκατζόγλου ιερούργησε σ' ένα πολύ μικρό Παρεκκλήσιο της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς και Νήσων επ' ονόματι της Αγίας Φωτεινής της Σαμαρείτιδος που βρίσκεται στον Δήμο Αγ. Ιωάννη Ρέντη του Πειραιά. Το εσπέρας της Τρίτης εψάλη ο Πασχάλιος Εσπερινός υπό το γλυκό ημίφως των κανδήλων. Έψαλλαν οι αυτάδελφοι Βασίλειος και Ευάγγελος Τσαρκατζόγλου.

Τρίτη της Διακαινησίμου

Τρίτη της Διακαινησίμου, εορτή της Παναγίας Πορταϊτίσσης, και ο ακάματος Πρεσβύτερος της Εκκλησίας μας π. Δημήτριος Τσαρκατζόγλου ιερούργησε στο Επισκοπικό Παρεκκλήσιο του Αγίου Μοδέστου παρά την Γυναικεία Ιερά Μονή Παναγίας Κερατέας Αττικής. Στην φωτογραφία ο π. Δημήτριος με την Καθηγουμένη της Ιεράς Μονής Γερόντισσα Συγκλητική και τμήμα των μοναζουσών.